Blog

Eξάρτηση από ουσίες

Eξάρτηση από ουσίες

 

Δημοσιεύτηκε στην Πανθεσσαλική Εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ στις 2/6/2013

Οι εξαρτήσεις γενικά αποτελούν ένα τεράστιο πρόβλημα της δημόσιας υγείας που επηρεάζει ένα συνεχώς αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων και ιδιαίτερα νέων, με τεράστιες επιπτώσεις σε ατομικό, οικογενειακό και κοινωνικό επίπεδο. Διερευνώντας τη σχέση της προσωπικότητας με την εκδήλωση εξαρτητικής συμπεριφοράς δεν είναι ακόμα δυνατόν να καθορίσουμε εάν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά προσωπικότητας οδηγούν σε εξάρτηση, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι αρκετοί εξαρτημένοι έχουν συχνά στερηθεί μιας δομημένης και διαυγούς εκπαίδευσης. Άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στην εκδήλωση μιας εξάρτησης είναι η έλλειψη ασφάλειας, αγάπης και προσοχής, όπως επίσης και το υπερβολικό ενδιαφέρον από τους γονείς. Ψυχικά τραύματα κατά τη διάρκεια της νεανικής ηλικίας, όπως σεξουαλική κακοποίηση ή σωματικός βιασμός, ενδέχεται να επηρεάσουν την εμφάνιση μιας εξάρτησης.

Μια έρευνα που διεξήχθη στην Αμερική και την Ολλανδία έδειξε ότι οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν πρόβλημα με το αλκοόλ πάσχουν και από κάποια ψυχιατρική διαταραχή σε διπλάσιο ποσοστό σε σχέση με τους ανθρώπους που δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα με το αλκοόλ (Geerlings and Van den Brink, 1995). Άνθρωποι με πρόβλημα αλκοολισμού σαφώς καταλήγουν να έχουν μια συναισθηματική ή αγχώδη διαταραχή. Περισσότερο από το 40% των αλκοολικών που πήραν μέρος στην έρευνα βρέθηκε ότι εκδήλωσαν μία ή περισσότερες διαταραχές προσωπικότητας (Verheul et al., 1996). Από την άλλη, η έρευνα κατέδειξε ότι από την ομάδα των ανθρώπων που παρουσιάζουν μια ψυχιατρική διαταραχή, το 28% υποφέρει από εξάρτηση από το αλκοόλ. Έτσι το ερώτημα που συχνά τίθεται είναι το τι εκδηλώθηκε πρώτα, το ψυχολογικό πρόβλημα ή το πρόβλημα αλκοολισμού.

Όταν είναι κανείς εθισμένος, για παράδειγμα στη χρήση αλκοόλ, ναρκωτικών, στο κάπνισμα, στο σεξ, στη χαρτοπαιξία, είναι (σωματικά ή μη-σωματικά) εξαρτημένος από αυτή τη χρήση ή τη συμπεριφορά και παρουσιάζει συμπτώματα στερητικού συνδρόμου όταν δεν κάνει χρήση της ουσίας. Τα συμπτώματα αυτά είναι δυσάρεστες σωματικές αντιδράσεις που λαμβάνουν χώρα όταν η χρήση των ουσιών είναι μειωμένη ή ασυνεχής και μπορεί να είναι ναυτία, μυϊκοί πόνοι, προβλήματα συγκέντρωσης, αϋπνία, άγχος και εφιάλτες. Υπάρχει και το ενδεχόμενο άνθρωποι που δεν βιώνουν συμπτώματα στερητικού συνδρόμου να είναι εξαρτημένοι από κάποια ουσία. Οι άνθρωποι αυτοί λοιπόν κάνουν  επαναλαμβανόμενες και ανεπιτυχείς προσπάθειες να περιορίσουν ή να ελέγξουν τη χρήση της ουσίας, ή κάνουν χρήση της ουσίας για μεγαλύτερη χρονική διάρκεια ή σε μεγαλύτερη ποσότητα απ’ ότι αρχικά είχαν σχεδιάσει. Για να προμηθευτούν την ουσία, να κάνουν χρήση της και να απαλλαγούν από τις συνέπειές της απαιτείται πολύς χρόνος. Επομένως, παραμελούν σημαντικές δραστηριότητες όπως την εργασία, το σχολείο, τις κοινωνικές επαφές ή σταματούν τελείως αυτές τις δραστηριότητες. Ένα χαρακτηριστικό της εξάρτησης αποτελεί το να μη μπορεί κανείς να ελέγξει τη χρήση της ουσίας ή να μην μπορεί να τη διακόψει. Υπάρχει μια συγκεκριμένη πίεση, μια σχεδόν ακαταμάχητη ανάγκη να προβεί σε χρήση της ουσίας.

Για να μπορεί να οριστεί εάν κάποιος είναι εξαρτημένος, το άτομο αυτό πρέπει να πληροί κάποια κριτήρια που έχουν οριστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, μεταξύ άλλων. Οι ακόλουθες 

είναι καταστάσεις που χαρακτηρίζουν την εξάρτηση. Για να θεωρηθεί κάποιος εξαρτημένος αρκεί να παρουσιάζει μόνο κάποια από τα ακόλουθα:

· Ανοχή (ανάγκη για περαιτέρω αίσθηση των αποτελεσμάτων)

· Ψυχολογική εξάρτηση (επιθυμία, που ποικίλει από πολύ μικρή μέχρι πολύ έντονη)

· Συμπτώματα στερητικού συνδρόμου (αποκτά όλους τους τύπους σωματικών αντιδράσεων μόλις σταματήσει τη χρήση)

· Χρήση της ουσίας ή υιοθέτηση συγκεκριμένης συμπεριφοράς για τον περιορισμό των στερητικών συμπτωμάτων

· Αποτυχημένες προσπάθειες για να ελέγξει τη χρήση ή τη συμπεριφορά.

· Σπατάλη χρόνου τόσο για την χρήση (ουσιών) ή την επανάληψη της συμπεριφοράς στην οποία είναι εθισμένος όσο και κατά την διαδικασία της ανάρρωσης.

· Καταστροφικές συνέπειες εξαιτίας της χρήσης τόσο στους ίδιους τους εθισμένους όσο και στους ανθρώπους του περιβάλλοντός τους (προβλήματα στη δουλειά ή το σχολείο, συγκρούσεις με τους ανθρώπους που βρίσκονται στο κοντινό περιβάλλον, αφιέρωση λιγότερου χρόνου για χόμπι, ασθένειες κ.λ.π)

· Χρήση ουσιών πιο συχνή και σε μεγαλύτερες δόσεις απ’ ότι σχεδιάζεται.

· Εξακολούθηση της χρήσης ακόμα κι αν το άτομο γνωρίζει ότι αυτό είναι καταστροφικό για τον εαυτό του.

Υπάρχουν διαφορετικά είδη θεραπειών που μπορούν να εφαρμοστούν για την αντιμετώπιση της εξάρτησης. Η Γνωστική – Συμπεριφορική ψυχοθεραπεία είναι μια θεραπεία στην οποία ο θεραπευτής προσπαθεί να αλλάξει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές του εξαρτημένου ατόμου που οδηγούν σε υποτροπή, χρήση ή ανεπιθύμητη συμπεριφορά. Ο θεραπευτής επίσης προσπαθεί, μαζί με το εξαρτημένο άτομο, να διαμορφώσει σε αυτό μια συγκεκριμένη συμπεριφορά η οποία να αποτρέπει το ενδεχόμενο υποτροπής, για παράδειγμα να μάθει ο εξαρτημένος πώς να απορρίπτει προτάσεις για λήψη της ουσίας από την οποία είναι εξαρτημένος. Το εξαρτημένο άτομο μαθαίνει πως να χειρίζεται την έντονη ανάγκη του για χρήση. Η θεραπεία επίσης το διδάσκει πώς να χειριστεί τη ζωή χωρίς την εξάρτηση καθώς και πώς να χειριστεί τα δυσάρεστα συναισθήματα με εποικοδομητικό τρόπο.

Posted in: Αρθρογραφία

Leave a Comment (0) →