Blog

Πότε η ζήλια είναι παθολογική;

Πότε η ζήλια είναι παθολογική;

Δημοσιεύτηκε στην Πανθεσσαλική Εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ στις 18/3/2012

Εχετε νιώσει ποτέ ζήλια για τον/την σύντροφο/σύζυγο/φίλο/η σας; Έχετε περάσει ώρες με την αμφιβολία του “αν” και “μήπως” για κάποιο αγαπημένο σας πρόσωπο; Αν ναι, να ξέρετε ότι δεν είστε οι μόνοι.

Η ζήλια είναι ένα ανθρώπινο συναίσθημα που λίγο πολύ όλοι οι άνθρωποι έχουν βιώσει κάποια στιγμή στη ζωή τους. Ενδεχομένως, σε αυτό το σημείο να αναρωτηθείτε αν ένας καλοσυνάτος και καλοπροαίρετος άνθρωπος είναι δυνατό να ζηλεύει.

Η απάντηση είναι ότι μπορεί ένας καλός άνθρωπος να ζηλέψει κάτι ή κάποιον σε κάποια φάση της ζωής του, δεν μπορεί όμως να φθονήσει κάποιον ή κάτι. Επομένως, η ζήλια και ο φθόνος είναι δυο διαφορετικές έννοιες. Έτσι, ζηλεύουμε κάτι που ήδη έχουμε και δεν θέλουμε να χάσουμε (για παράδειγμα μια γυναίκα ζηλεύει το άντρα της), ενώ φθονούμε αυτό που δεν έχουμε και επιθυμούμε να αποκτήσουμε (π.χ. ένας άντρας φθονεί το φίλο του γιατί πήρε ένα καλό αυτοκίνητο). Στην περίπτωση της ζήλιας δηλαδή, το άτομο έχει ήδη κάτι, π.χ., ένα σύντροφο και δεν θέλει να χάσει αυτό το “κεκτημένο”, ενώ στην περίπτωση του φθόνου το άτομο δεν έχει κάτι και φθονεί αυτόν που το απολαμβάνει.

Η ζήλια είναι το είδος του συναισθήματος που βασανίζει πολύ κόσμο, άνδρες και γυναίκες. Ο Albert Ellis,  ψυχοθεραπευτής παγκόσμιας εμβέλειας -που βασίζει τη θεραπεία του στο συνδυασμό της λογικής με το συναίσθημα- χαρακτηρίζει τη ζήλια “αυτοπροκαλούμενη μιζέρια”, με την έννοια ότι το άτομο θέλει και ζηλεύει.

Κάποιοι από εσάς ενδεχομένως να έχετε έρθει σε επαφή κάποια στιγμή στη ζωή σας με έναν άνθρωπο που ζηλεύει ή μπορεί και να ζείτε μαζί του…για αυτό θα σας ωφελήσει να γνωρίσετε τα είδη της ζήλιας και τις αιτίες της.

Ο Φρόιντ διέκρινε τρία είδη ζήλιας, τη φυσιολογική, τη νευρωτική και την παθολογική. Η φυσιολογική ζήλια είναι το συναίσθημα που αισθάνονται οι περισσότεροι άνθρωποι σε κάποια φάση της ζωής τους και προκαλείται από τη συμπεριφορά κάποιου τρίτου. Έτσι, ένας άντρας μπορεί να νιώσει ζήλια, όταν άλλοι άνδρες προσεγγίσουν τη γυναίκα του σε ένα πάρτι. Αυτό το φυσιολογικό συναίσθημα είναι απόλυτα φυσιολογικό και εξαφανίζεται από μόνο του μόλις ηρεμήσουν τα πνεύματα.

Η νευρωτική ζήλια εμφανίζεται έντονα σε άτομα  υπερευαίσθητα και τις περισσότερες φορές δεν οφείλεται σε σοβαρές ή ορατές αιτίες. Έχει τη βάση της σε βαθιά ριζωμένα αισθήματα ενοχής και στο μηχανισμό άμυνας που ονομάζεται προβολή. Για παράδειγμα, μια γυναίκα που είχε εξωσυζυγική σχέση και αισθάνεται τύψεις και ενοχές για αυτό, “προβάλλει” τα συναισθήματά της στον άντρα της και τον κατηγορεί για προκλητική συμπεριφορά και για την πιθανότητα απιστίας. Αρχίζει να νιώθει νευρωτική ζήλια, η οποία πηγάζει από τον ίδιο της τον εαυτό, τα συναισθήματα και τις πράξεις της, καθώς και από  το φόβο μήπως ο άντρας της διαπράξει απιστία.

Η παθολογική ή αρρωστημένη ζήλια ξεπερνά τα όρια του κοινωνικά αποδεκτού και σχετίζεται σχεδόν αποκλειστικά με την έμμονη ιδέα της απιστίας. Το άτομο που νιώθει αυτό το βασανιστικό συναίσθημα αισθάνεται συνήθως μειονεκτικά απέναντι στο σύντροφό του και παρατηρεί εξονυχιστικά τη συμπεριφορά του άλλου, προκειμένου να βρει πειστήρια και  αποδείξεις για την υποτιθέμενη απιστία. Μέσα από τη μόνιμη ανησυχία στην οποία ζει, παρεξηγεί και παρερμηνεύει το σύντροφό του, που βέβαια υποφέρει από αυτήν τη συμπεριφορά. Αξίζει να σημειωθεί ότι κυρίως οι γυναίκες είναι τα θύματα της άκριτης ζήλιας κάποιου άνδρα, η οποία εκδηλώνεται με λεκτική και σωματική βία.

Αναγνωρίζετε το σύντροφό σας ή κάποιο δικό σας πρόσωπο διαβάζοντας τα είδη της ζήλιας; Aν ναι, θα πρέπει να γνωρίζετε ότι η συμπεριφορά του ανθρώπου που ζηλεύει είναι δύσκολο να αλλάξει διότι καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τους προσωπικούς του φόβους, τις ανασφάλειές του, και γενικότερα τον τρόπο σκέψης του και όχι απαραίτητα από περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως, για παράδειγμα, η προκλητική συμπεριφορά του συντρόφου του.

Το άτομο που αισθάνεται ζήλια για το σύντροφό του φοβάται κατά κύριο λόγο ότι θα τον/την χάσει, ότι ο σύντροφός του θα βρει ένα καινούριο ταίρι και θα φύγει. Αυτή ακριβώς η σύγκριση με τον “καλύτερο άλλο” είναι που προξενεί αισθήματα κατωτερότητας και μειονεξίας στο άτομο που ζηλεύει και νιώθει ότι θα μειωθεί λόγω της σύγκρισης και θα απορριφθεί. Οι αρνητικές σκέψεις που συνοδεύουν αυτά τα αρχέγονα και βαθιά ριζωμένα συναισθήματα συντελούν στη διατήρησή τους.

Εύλογα δημιουργείται το ερώτημα αν το πρόβλημα της ζήλιας μπορεί να αντιμετωπιστεί. Η απάντηση είναι πως υπάρχει η δυνατότητα να αντιμετωπιστεί αλλά αυτό δε θα γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη κι επιπλέον χρειάζεται να καταβληθεί μεγάλη προσπάθεια και από τις δύο πλευρές. Η ζήλια πηγάζει κυρίως από τον εσωτερικό κόσμο του ατόμου και συνήθως αποτελεί τον καθρέφτη των φόβων και της ανασφάλειας που αισθάνεται το άτομο που ζηλεύει.

Φυσικά, υπάρχει και το ενδεχόμενο η συμπεριφορά του συντρόφου να δίνει ερεθίσματα σε αυτό το άτομο ώστε να ζηλεύει. Έτσι, μια ειλικρινής συζήτηση ανάμεσα στα δύο πρόσωπα, στο ζευγάρι μπορεί να βοηθήσει να ξεκαθαριστούν κάποια πράγματα, αλλά δεν θα εξαλείψει απαραιτήτως το πρόβλημα.

Αυτό που κατά κύριο λόγο χρειάζεται να γίνει είναι ότι το άτομο που αισθάνεται ζήλια θα πρέπει να βοηθηθεί ώστε να εξετάσει τα αίτια αυτού του βασανιστικού συναισθήματος, τους βαθύτερους φόβους και τις επιθυμίες του και τον τρόπο με τον οποίο επιδρούν όλα αυτά στις σχέσεις και τη ζωή του. Πολύ συχνά, η βοήθεια του ειδικού είναι καταλυτική, για να αισθανθεί το άτομο ελεύθερο, να νιώσει καλύτερα με τον εαυτό του και να βιώσει τις σχέσεις του χωρίς τις αρνητικές συνέπειες αυτού του πάθους.

Posted in: Αρθρογραφία

Leave a Comment (0) →