O φαύλος κύκλος της αγοραφοβίας …
Δημοσιεύτηκε στην Πανθεσσαλική Εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ στις 4/5/2014
Yπάρχουν άνθρωποι που αποφεύγουν να πηγαίνουν σε καταστήματα με πολύ κόσμο, σε πολυσύχναστους εμπορικούς δρόμους, αποφεύγουν τους κλειστούς χώρους, όπως ασανσέρ, θέατρα, κινηµατογράφους ή εκκλησίες, αποφεύγουν να ταξιδεύουν µε τον υπόγειο, το µετρό, µε λεωφορεία ή πούλµαν, πλοία ή αεροπλάνα (αλλά σπανιότερα µε αυτοκίνητα), και επίσης αποφεύγουν τις γέφυρες και τα τούνελ. Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί;
Το πιο πιθανό είναι ότι τα άτομα αυτά πάσχουν από μια φοβική διαταραχή, την αγοραφοβία. Η αγοραφοβία είναι ο φόβος που έχει ένας άνθρωπος να παραμένει μόνος του σε οποιοδήποτε χώρο ή κατάσταση από την οποία θα του ήταν δύσκολο να φύγει ή δεν θα μπορούσε να έχει βοήθεια εάν προέκυπτε η ανάγκη. Στην κλινική πράξη η αγοραφοβία και η διαταραχή πανικού συμβαίνουν συχνά μαζί και είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου συναντάμε μόνες τους τις διαταραχές αυτές. Το άτομο συνήθως υφίσταται κάποιες προσβολές πανικού έπειτα αναπτύσσει το άγχος ότι αυτό θα επαναληφθεί και στη συνέχεια αρχίζει να αποφεύγει τις καταστάσεις στις οποίες πιστεύει ότι υπάρχει η πιθανότητα να νοιώσει πανικό. Αυτός είναι και ο λόγος που ένα αγοραφοβικό άτομο αποφεύγει τους χώρους και τα μέρη από τα οποία η διέλευσή του είναι δύσκολη. Φανταστείτε ένα άτομο που πάσχει από αγοραφοβία να βρίσκεται μέσα στο κατάμεστο από κόσμο μετρό, ή ακόμη χειρότερα να ταξιδεύει με το αεροπλάνο και να προσβληθεί από πανικό.
Οι αγοραφοβικοί άνθρωποι που παθαίνουν κρίσεις πανικού, στα μεσοδιαστήματα μεταξύ των κρίσεων πολλές φορές παρουσιάζουν μια ανησυχία σχετικά με τις πιθανές συνέπειες που μπορεί να έχει μια πιθανή επόμενη κρίση: «Τι θα γίνει εάν πάθω κρίση την ώρα που ταξιδεύω με το αεροπλάνο μόνη μου, χωρίς δικούς μου ανθρώπους; Εάν πάθω κρίση όταν οδηγώ το αυτοκίνητό μου; Αν είμαι έξω σε ένα πολυκατάστημα με φίλους και πάθω μια κρίση εκείνοι θα καταλάβουν ότι κάτι συμβαίνει με μένα και θα με βοηθήσουν, εάν όμως είμαι στον δρόμο μεταξύ αγνώστων ποιος θα με βοηθήσει, ποιος θα με πάει στο νοσοκομείο;» κ.λ.π.
Όσοι πάσχουν από αγοραφοβία γρήγορα ανακαλύπτουν ότι η απομάκρυνση από το μέρος όπου συνέβη η κρίση και η δυσφορική κατάσταση, και η μετακίνησή τους σε πιο “ασφαλές” μέρος που μπορεί να είναι το σπίτι τους, το νοσοκομείο, ή ένα μέρος όπου μπορούν να ηρεμήσουν τους βοηθάει να μετριάσουν τα συμπτώματα της φοβίας που τους ταλαιπωρεί. Η απομάκρυνση ωστόσο, και η παραίτηση αυτών των ανθρώπων καθιστά δύσκολη ή ακόμη και αδύνατη τη συμμετοχή τους σε διάφορες κοινωνικές καταστάσεις. Αγοραφοβικά άτομα συχνά εκμυστηρεύονται ότι αυτή η φοβία είναι ένας από τους λόγους που κλείνονται στον εαυτό τους, που οδηγούνται στην μοναξιά, στην κατάθλιψη και σε έναν κουραστικότατο φαύλο κύκλο…
Ο αντίκτυπος στην οικογένεια είναι επίσης µεγάλος καθώς οι φόβοι και οι αποφυγές των αγοραφοβικών ατόμων προκαλούν διαφωνίες και καβγάδες. Επιπλέον ένα μέλος της οικογένειας που πάσχει από αγοραφοβία δημιουργεί ένα είδος εξάρτησης από το σύντροφό του ή τα παιδιά του καθώς δεν μπορεί να πραγματοποιήσει τις απλές καθημερινές δραστηριότητες χωρίς να τον συνοδεύει κάποιο δικό του άτομο. Πολλές φορές άνθρωποι με αγοραφοβία οδηγούνται στη χρήση αλκοόλ που βοηθά πρόσκαιρα, προσφέροντας τελικά µόνο την απογοήτευση, το αίσθηµα του αβοήθητου και συχνά ακόµα και την εξάρτηση από αυτό.
Όσον αφορά την αιτιολογία της αγοραφοβίας αξίζει να σημειωθεί ότι η αγοραφοβία δεν οφείλεται σε αδυναμία του χαρακτήρα του πάσχοντα ούτε σε έλλειψη θέλησης. Η συχνή φράση των συγγενών, δεν προσπαθείς να το ξεπεράσεις ή δεν θέλεις, είναι απόλυτα λανθασμένη. Στην πραγματικότητα οι πάσχοντες επιδεικνύουν μεγάλα αποθέματα δύναμης αφού πολλές φορές καταφέρνουν να λειτουργούν παρά τα τεράστια εμπόδια που αντιμετωπίζουν. Σύγχρονες έρευνες ενοχοποιούν έναν συνδυασμό παραγόντων τόσο βιολογικών όσο και ψυχολογικών που συνδυάζονται για την εκδήλωση της αγοραφοβίας. Οι βιολογικοί παράγοντες αναφέρονται κυρίως σε μια υπερδραστηριότητα του αυτόνομου νευρικού συστήματος που εμφανίζουν οι πάσχοντες αλλά και των πολύπλοκων κυκλωμάτων που ελέγχουν κάθε στιγμή κατά πόσον ο οργανισμός λειτουργεί ‘σωστά’. Αποτέλεσμα αυτού είναι ο οργανισμός να εκπέμπει ‘ψευδή σήματα κινδύνου’ που οδηγούν στον πανικό. Σημαντικό ρόλο σ’αυτήν την διαδικασία φαίνεται να παίζει και η αυξημένη συχνότητα αναπνοής που παρουσιάζουν οι πάσχοντες στην διάρκεια του πανικού, κατάσταση που ονομάζεται υπεραερισμός. Από τις διάφορες έρευνες επίσης έχει βρεθεί ότι συγγενείς πασχόντων από διαταραχή πανικού παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της ίδιας διαταραχής. Οι ψυχολογικοί παράγοντες αναφέρονται περισσότερο στο περιεχόμενο της σκέψης των πασχόντων και στον τρόπο που αυτό συμβάλλει στην γένεση του προβλήματος, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο η συμπεριφορά αποφυγής που αναπτύσσουν οι πάσχοντες συμβάλλει στην διατήρηση του προβλήματος. Οι βιολογικές και ψυχολογικές ερμηνείες της αιτιολογίας της συγκεκριμένης φοβικής διαταραχής δεν είναι ‘ανταγωνιστικές’ και είναι καλύτερο να τις θεωρούμε ως την διαφορετική όψη του ίδιου νομίσματος. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για την επιτυχή αντιμετώπιση του πανικού και της αγοραφοβίας.
Γενικά οι φοβικές διαταραχές βασανίζουν το 10% του γενικού πληθυσµού και ειδικότερα η αγοραφοβία βασανίζει το 60% των ανθρώπων που παρουσιάζουν κάποια φοβική διαταραχή. Το 67% των ασθενών που πάσχουν από αγοραφοβία είναι γυναίκες. Η διαταραχή μπορεί να αρχίσει απότομα ή να εγκατασταθεί σταδιακά. Σχετικά με την ηλικία έναρξης της αγοραφοβίας αναφέρεται ότι ποικίλει αφού τα συμπτώματα αρχίζουν συνήθως κατά το τέλος της εφηβείας και μεταξύ 30 έως 40 ετών, αλλά μπορεί επίσης να εμφανισθεί τόσο στην παιδική ηλικία, όσο και στην μετεφηβική ηλικία.
Συχνά, λόγω έλλειψης σχετικής γνώσης , η αγοραφοβία θεωρείται από τον ίδιο τον πάσχοντα και από το οικογενειακό ή φιλικό του περιβάλλον ως «ιδιοτροπία» και δεν επιδιώκεται η θεραπεία. Πολλοί αγοραφοβικοί, επίσης, φοβούνται ότι έχουν πρόβλημα υγείας και ότι υποφέρουν από κάποια ανίατη και θανατηφόρο ασθένεια. Ωστόσο, η αγοραφοβία θεραπεύεται και το ψυχολογικό κόστος της θεραπείας της είναι πολύ µικρότερο από την διατήρηση της. Οι ειδικοί πιστεύουν ότι η συγκεκριμένη νεύρωση μπορεί να θεραπευτεί, αν διαγνωστεί εγκαίρως, με τη χορήγηση φαρμάκων και την εφαρμογή της γνωσιακής-συμπεριφορικής ψυχοθεραπείας. Στόχος των φαρμάκων είναι να εξαλείψουν τα αγχώδη συμπτώματα που έχουν οι πάσχοντες την ώρα των κρίσεων. Έτσι, δίνεται η ευκαιρία στον πάσχοντα να ξαναρχίσει τις δραστηριότητες που έχει σταματήσει, να ξανακερδίσει την χαμένη εμπιστοσύνη στον εαυτό του και να επαναφέρει την διάθεσή του σε φυσιολογικά επίπεδα. Η επιτυχής αντιμετώπιση των αγχωδών συμπτωμάτων δίνει επίσης την ευκαιρία στον πάσχοντα να συμμετέχει ενεργά σε πρόγραμμα ψυχοθεραπείας και έτσι να έχει πιο γρήγορα αποτελέσματα.
Posted in: Αρθρογραφία
Leave a Comment (0) →